τρημάτων

τρημάτων
τρη̱μάτων , τρῆμα
perforation
neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σπονδυλική στήλη — (Ανατ.). Σχηματισμένη από 33 ή 34 οστέινα στοιχεία, τους σπονδύλους, που είναι τοποθετημένοι ο ένας πάνω στον άλλο, αποτελεί τον άξονα του σκελετού μας και συγχρόνως προστατευτική θήκη του νωτιαίου μυελού και σημείο στήριξης για τα περισσότερα… …   Dictionary of Greek

  • ιερός — ή, ό, θηλ. και ά (ΑΜ ἱερός, ά, όν και ἱερός, όν, Α ιων. και ποιητ. τ. ἱρός, ή, όν, δωρ. τ. ἱαρός, αιολ. τ. ἶρος και ἴαρος) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον θεό ή στη λατρεία του και γενικά στη θρησκεία, άγιος, όσιος (α. «ιερό ευαγγέλιο» β.… …   Dictionary of Greek

  • κοχλιοτρύπανο — το χειροκίνητο ή μηχανικό εργαλείο που χρησιμεύει για τη διάνοιξη σπειρωμάτων στο εσωτερικό τρημάτων μικρής διαμέτρου τα οποία πρόκειται να υποδεχθούν κοχλίες, αλλ. σπειροτόμος, κν. κολαούζο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοχλίας + τρύπανον] …   Dictionary of Greek

  • σπειροτόμος — ο, Ν (μηχανολ.) 1. χειροκίνητο ή μηχανοκίνητο εργαλείο που χρησιμοποιείται για την κοπή σπειρωμάτων στο εσωτερικό τρημάτων μικρής διαμέτρου, προκειμένου τα τελευταία να δεχθούν κοχλίες, αλλ. ελικοτομίδα και κοχλιοτρύπανο, κν. κολαούζο 2. φρ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”